ΔΕΠΥ και Παρέμβαση στη Συμπεριφορά

Εάν το παιδί σας με ΔΕΠΥ εμφανίζει ανεπιθύμητες συμπεριφορές, σας διακόπτει, φωνάζει ή σταματάει να εμφανίζει πρόοδο στο σχολικό πλαίσιο, τότε μπορεί να επωφεληθείτε από ένα πρόγραμμα παρέμβασης στη συμπεριφορά. Η παρέμβαση στη συμπεριφορά στοχεύει στην εκμάθηση νέων δεξιοτήτων και στην αντικατάσταση των μη επιθυμητών συμπεριφορών με περισσότερο αποδέκτες εναλλακτικές συμπεριφορές, βελτιώνοντας παράλληλα την ακαδημαϊκή πορεία του παιδιού. 

 

Παρακάτω θα διαβάσετε σχετικά με το τι αποτελεί ένα πρόγραμμα παρέμβασης στην συμπεριφορά και πώς να βεβαιωθείτε πως το πρόγραμμα που ακολουθεί το παιδί σας είναι κατάλληλο για εκείνο. 

 

Εάν κάποια συμπεριφορά του παιδιού σας παρεμβαίνει στη μάθηση του ιδίου ή των συμμαθητών του, τότε ένα πρόγραμμα παρέμβασης στη συμπεριφορά μπορεί να επιλύσει κάποιες δυσκολίες ενόσω υποστηρίζει τον μαθητή, χωρίς να τον τιμωρεί

Το πρόγραμμα παρέμβασης είναι πάντοτε εξατομικευμένο στον κάθε μαθητή, αλλά πάντα στοχεύει στην εκμάθηση νέων δεξιοτήτων και στην αντικατάσταση των ανεπιθύμητων συμπεριφορών με αποδέκτες συμπεριφορές. 

 

Είναι σημαντικό να γνωρίζουν οι γονείς τι περιλαμβάνει ένα πρόγραμμα παρέμβασης στη συμπεριφορά,  με τι κριτήρια δημιουργείται και ποια προβλήματα μπορεί να εμφανιστούν. 

 

Το πρόγραμμα παρέμβασης στη συμπεριφορά είναι ένα έγγραφο που περιλαμβάνει:

 

  • Τις προβληματικές συμπεριφορές κατά τη διάρκεια του μαθήματος (δια ζώσης ή μέσω τηλεκπαίδευσης)
  • Τους λόγους για τους οποίους μπορεί να συμβαίνουν αυτές οι συμπεριφορές 
  • Παρεμβάσεις για την αντικατάσταση και την μείωση των συμπεριφορών αυτών. 
  • Μετρήσιμους συμπεριφορικούς στόχους καθώς και στρατηγικές για την εκμάθηση και την ενίσχυση νέων συμπεριφορών. 

 

Περισσότερο λεπτομερειακά:

 

Η ανάλυση της προβληματικής συμπεριφοράς περιλαμβάνει :

  1. Τα προγενόμενα, δηλαδή γεγονότα που εμφανίζονται πριν από την συμπεριφορά ( πχ αλλαγή τάξης, έναρξη μαθήματος, εναλλαγή σε μη επιθυμητή δραστηριότητα)
  2.   Την συμπεριφορά, δηλαδή μια αντικειμενική περιγραφή της πράξης του παιδιού χωρίς υποθέσεις για την αιτία που την προκάλεσε ( πχ έριξε κάτω το βιβλίο του)
  3. Τις συνέπειες, δηλαδή την απάντηση του δασκάλου/περιβάλλοντος στην συμπεριφορά
  4. Τη λειτουργία, δηλαδή τον σκοπό για τον οποίο έγινε η συμπεριφορά (πχ αποφυγή μη επιθυμητής δραστηριότητας, πρόσβαση σε κάτι επιθυμητό, λόγω έκλυσης)

 

Στη συνέχεια περιγράφεται η συμπεριφορά-στόχος, δηλαδή η συμπεριφορά που θέλουμε να κάνει το παιδί για να πετύχει αυτό που θέλει, η οποία θα αντικαταστήσει την προβληματική συμπεριφορά. Η στοχοθεσία πρέπει να περιλαμβάνει μετρήσιμους στόχους (πχ θα ζητήσει την προσοχή της δασκάλας σηκώνοντας το χέρι του στις 4 από τις 5 ευκαιρίες, για 5 συνεχόμενες ημέρες σχολείου). Σε αυτό το σημείο πρέπει να υπάρχει πλήρης κατανόηση των ικανοτήτων του παιδιού ώστε να μην τεθούν μη ρεαλιστικοί στόχοι. 

 

Τέλος, περιγράφεται η εκμάθηση, δηλαδή η τεχνική με την οποία θα διδάξουμε στο παιδί τη νέα συμπεριφορά. Σε αυτό το σημείο σημειώνουμε αν θα παρέμβουμε στα προγενόμενα, στις συνέπειες ή και στα δυο, την τεχνική και τους ενισχυτές που θα χρησιμοποιήσουμε. Είναι σημαντικό η εναλλακτική συμπεριφορά να έχει ίδια λειτουργία με την μη επιθυμητή συμπεριφορά. 

 

Αξίζει να σημειωθεί πως η λειτουργική ανάλυση της συμπεριφοράς πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις υπάρχουσες δεξιότητες του παιδιού και να μην επικεντρώνεται αποκλειστικά στην μη επιθυμητή συμπεριφορά. Επίσης οι στόχοι του προγράμματος παρέμβασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και ακριβείς και να θέτονται ιεραρχικά, δηλαδή ξεκινώντας από την πιο διαταρακτικη συμπεριφορά που εμφανίζει το παιδι. 

 

Τα προγράμματα παρέμβασης στη συμπεριφορά έχουν σκοπό να κάνουν το παιδί περισσότερο ανεξάρτητο, και όχι απόλυτα υπάκουο στους ενήλικες. Ο δρόμος προς μια επιθυμητή και κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά δεν είναι εύκολος, όμως με ανάλυση, σκέψη, προβληματισμό και σκληρή δουλειά, είναι σίγουρο πως η παρέμβαση στη συμπεριφορά θα έχει θετικό αντίκτυπο στη ζωή του παιδιού.

 

Πηγή: https://www.additudemag.com

About Author